Η Ολλανδία είναι μία χώρα που... πάει τους Έλληνες ποδοσφαιριστές. Από τον Νίκο Μαχλά πήγαμε στον Γιώργο Σαμαρά και τώρα στην γενιά του Κώστα Λάμπρου. Του 24χρονου τερματοφύλακα που αγωνίζεται στην Βίλεμ,
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΛΑΜΠΡΟΥ
Ας ξεκινήσουμε γυρώντας το χρόνο πίσω. Επειδή υπάρχει κόσμος που δεν γνωρίζει πολλά πράγματα για εσένα, πες μας λίγο για το πως έκανες τα πρώτα σου βήματα στον χώρο του ποδοσφαίρου...
Έμενα στην Χαλκίδα και έπαιζα ποδόσφαιρο στον Χαλκίνεο από την δευτέρα δημοτικού. Δεν έχω να σου πω όμως κάποια ιστορία οτι ξεκίνησα ως επιθετικός και κατέληξε να παίζω τερματοφύλακας. Από μικρός ήθελα να παίζω εγώ κάτω από τα δοκάρια. Είχα... κολήσει με αυτό το πράγμα. Ήμουν μέλος και της ομάδας του έπαιζε ποδόσφαιρο σάλας, με το παιδικό της οποίας κατακτήσαμε το πρωτάθλημα.
Ισχύει η ιστορία με την ατάκα του προπονητή Σούλη Παπά, πριν την διαδικασία των πέναλτι;
Ναι... Παίζαμε με τον Παναθηναϊκό και η κανονική διάρκεια έληξε ισόπαλη, με αποτέλεσμα να πάμε στα πέναλτι. Ο προπονητής μας τότε είπε στους υπόλοιπους παίκτες: “Βάλτε τρία πέναλτι και τότε θα κερδίσουμε σίγουρα. Ο Κώστας θα πιάσει τουλάχιστον δύο”.
Το ενδιαφέρον από τις ξένες ομάδες πότε άρχισε να εμφανίζεται;
Παράλληλα με τους αγώνες του Χαλκίνεου, έπαιζα και με την μικτή Ελλάδας που είχε το όνομα Ελπίδα. Γίνονταν λοιπόν κάποια τουρνουά κάθε έξι μήνες, συνήθως Χριστούγεννα και καλοκαίρι, όπου έδιναν το παρών σκάουτερ πολλών ομάδων. Εκεί με είδε για πρώτη φορά ο Άγιαξ και μου ζήτησε να περάσω δοκιμαστικά για περίπου 2 εβδομάδες το καλοκαίρι του 2003. Κάτι που φυσικά δέχθηκα...
Πως ήταν τα πράγματα εκεί;
Κοίτα, εκτός από τις ποδοσφαιρικές μου ικανότητες, ήθελαν να ξέρουν και τι παιδί ήμουν. Γιατί παιδί ήμουν τότε, καθώς ήμουν 12 ετών. Για αυτό λοιπόν και το διάστημα που βρέθηκα στο Άμστερνταμ με φιλοξένησαν οι γονείς του Μίχαελ Ραϊζίνγκερ, ο οποίος αποτελεί δημιούργημα των ακαδημιών του Άγιαξ και εκείνη την περίοδο αγωνιζόταν στην Μπαρτσελόνα.
Μπορεί στους περισσότερους να φαίνεται μικρό αυτό το διάστημα, αλλά για ένα παιδί 12 ετών, να βρίσκεται σε μία ξένη χώρα που δεν γνωρίζει την γλώσσα και δεν έχει μαζί τους γονείς του, τα πράγματα δεν ήταν εύκολα...
Σίγουρα. Όπως σου είπα όμως, ήθελανη να δουν τι παιδί είμαι και ήθελαν μία οικογένεια που να εμπιστεύονται. Βέβαια, ο Τζον και η Μπρέτι ήταν φοβεροί άνθρωποι. Σε αυτό το μικρό διάστημα που έμεινα εκεί, προσπάθησαν να μου μάθουν και κάποιες Ολλανδικές λέξεις. Ακόμη και σήμερα έχω διατηρήσει σχέση μαζί τους, παρά το γεγονός οτι έφυγα από τον Άγιαξ. Στα μεταξύ μας παιχνίδια έχουν έρθει αρκετές φορές για να με δουν.
Μετά όμως υπήρξε και η κρούση της Τσέλσι...
Τον Ιούνιο του 2004 είχε γίνει πάλι ένα τουρνουά στην Βάρη, όπου έπαιξα με την Ελπίδα. Εκεί ήταν άνθρωποι πολλών μεγάλων ομάδων, όπως η Ίντερ, η Ρεάλ και άλλες... Είχα μία επαφή με τον σκάουτερ της Τσέλσι και πήγα στο Λονδίνο να δοκιμαστώ. Έμειναν ευχαριστημένοι από την απόδοσή μου, αλλά είχα πει στον Άγιαξ οτι θα επέστρεφα.